διασκεδάζομαι

διασκεδάζομαι
διασκεδάζομαι, διασκεδάστηκα, διασκεδασμένος βλ. πίν. 36
——————
Σημειώσεις:
διασκεδάζομαι : στην παθητική φωνή έχει μόνο την έννοια διασκορπίζομαι, διαλύομαι (να διασκεδαστούν οι αμφιβολίες).

Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”